Ο Ιερός Ναός, ονομαζόμενος ως «Παλιά Εκκλησία» είναι αφιερωμένος στα Εισόδια της Παναγίας, τιμάτε στις 21 Νοεμβρίου. Οι προφορικές μαρτυρίες των κατοίκων αναφέρουν ότι η μεταβυζαντινή εκκλησία της Παναγίας κτίστηκε γύρω στα 1835 «επί αρχιερατείας του Μητροπολίτη Δράμας Γερμανού του Β΄(Μάιος 1831-22 Νοεμβρίου 1835) λέγετε ότι εγκαινιάσθηκε ο ιερός ναός το 1832 όπου ιερουργούσε ‘Έλληνας Ιερέας» ή το 1843-51 σύμφωνα με επιστολή του Αγίου Χρυσοστόμου , Μητροπολίτου Δράμας – Σμύρνης, προς τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ τον Γ΄, με ημερομηνία 7 Μαΐου 1907, στην οποία αναφέρει ότι ανεγέρθη με συνδρομές και προσωπική δουλειά των Ορθόδοξων χριστιανών Πλεύνας, κατά τον ορθόδοξο Μητροπολίτη Δράμας Αθανάσιο Καϊρη, ο οποίος ανήλθε στον Μητροπολιτικό Θώκο της Δράμας από το 1842 εως 1852). Ωστόσο στην κεραμοπλαστική επιγραφή που βρίσκεται στην νότια όψη, επάνω ακριβώς από την είσοδο του Ιερού ναού σώζονται μόνο τα δύο πρώτα ψηφία 18.. Ο ναός είναι τρίκλιτη Βασιλική, όπου τα κλίτη χωρίζονται μεταξύ τους με πεσσοστοιχίες, με μεγάλο βαθμό ρωμαϊκών και βυζαντινώς γλυπτών στην λιθόκτιστη τοιχοποιία του, με 30μ. μήκος και 15μ. πλάτος και 38 παράθυρα(κατά τις μαρτυρίες). Λειτούργησε ως ορθόδοξος Πατριαρχικός Ναός μέχρι το 1880. Επί αρχιερατείας Γερμανού του Γ’. Γνωστοί Έλληνες Ιερείς που λειτούργησαν στον ναό ήταν: Χρήστος Παπαϊωάννου, ο παπά-Στογιάννης από τα Τρίκαλα της Θεσσαλίας, ο Παναγιώτης Σεμπάνης και ο τελευταίος Αθανάσιος Παπαστεργίου. Ιστορικά γεγονότα συνδέονται με τον ναό όπου κατά την περίοδο 1870 με 1912 πολλές βυζαντινές εκκλησίες έγιναν βουλγαρικές εξαρχικές, έτσι και αυτή καταλήφθηκε από τους βουλγαρίζοντες, φέρνοντας ιερείς από την Βουλγαρία όπως τον παπα-Αρσέν, παπα-Τριαντάφυλλο και τον ιεροκήρυκα Σφέτκο. Το 1869 ο τότε Μητροπολίτης Δράμας Αγαθάγγελος, για να αποφύγει μεγαλύτερα επεισόδια στην Πετρούσα, επέτρεψε αρχικά την μία Κυριακή να λειτουργούν οι Εξαρχικοί ιερείς και την άλλη οι Έλληνες Πατριαρχικοί. Από το1880 οι Πατριαρχικοί εκδιώχθηκαν από την εκκλησία και έκτισαν καινούργια , αυτή του Αγίου Αθανασίου. Η Πετρούσα μέχρι την έναρξη των βαλκανικών πολέμων 1912 -1913 θα υποστεί βιαιοπραγίες, αναγκαστική διδασκαλεία της Βουλγάρικης γλώσσας και ιστορίας. Μετά το 1912 οι συμμαχικές δυνάμεις επιτίθενται εναντίων των Τούρκων. Στην περιοχή της Δράμας οι Βούλγαροι στέλνουν την 7η Μεραρχία. Την όλη κατάσταση επωφελούνται οι κομιτατζήδες οι οποίοι επιτίθενται στον τούρκικο στρατό, για να βοηθήσουν τα Βουλγάρικα στρατεύματα στην πλήρη κατάληψη της περιοχής. Ο ναός κάηκε από τους Τούρκους τον Οκτώβριο του 1912,όντας μέσα σε αυτή οχυρωμένοι οι Βούλγαροι αρχικομιτατζήδες Δάεφ και Πανίτσα, πλαγιοκοπούν τα διερχόμενα τουρκικά στρατεύματα. Έτσι στρέφουν τα πυροβόλα τους οι Τούρκοι ενάντιας του Ιερού Ναού με αποτέλεσμα την ολική καταστροφή του. Λέγεται ότι ο νεωκόρος του ναού κάηκε και αυτός εκείνη την μέρα. Δυστυχώς η καμένη εκκλησία της Πετρούσας δεν επανεντάχθηκε το 1912 με το Πατριαρχείο. Το 1967 κατά την απογραφή των ακινήτων στο νομό Δράμας ο χώρος διατυπώθηκε ως «οικόπεδο κοινόχρηστο (παλιά εκκλησία).Επί του Μακαρίστου Διονύσιου γκρεμίστηκε και το καμπαναριό της παλιάς εκκλησίας. Γνωρίζουμε από παλιότερους ότι η εκκλησία αυτή ήταν τόπος προσευχής και μετά την καταστροφή της, τα καντηλάκια της ανάβανε κάθε μέρα στο Ιερό από τους πιστούς της Πετρούσας παρακαλώντας κάποια μέρα να ξαναγίνει ο ναός τους. Ο χώρος που βρίσκεται ο ναός έχει δεχτεί παρεμβάσεις, στην προσπάθειες της κοινότητας να χρησιμοποιηθεί ως αίθουσα πολλαπλών χώρων και λαογραφικό μουσείο. Κατά την περίοδο του αείμνηστου Δημάρχου Γιώργου Μακρή η παλαιά Εκκλησία της Παναγίας είχε μπει σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να αναστηλωθεί να εξωραϊστεί και να αναπλαστεί ο περιβάλλον χώρος. Παλιές τοιχογραφίες δεν διασώθηκαν καθώς μετά την πυρκαγιά παρέμεινε χωρίς στέγη επί ενός αιώνος και παραπάνω. Προφορικές μαρτυρίες ντόπιων αναφέρουν ότι θυμούνται κάποια τμήματα στις πεσσοτοιχίες με μορφές αγγέλλων. Σήμερα ο ναός είναι στεγασμένος και αναστηλωμένος. Το ανατολικό τμήμα όπου είναι το Ιερό της Εκκλησίας είναι χωρισμένο από το υπόλοιπο κτίσμα και παραμένει Εκκλησάκι όπου οι πιστοί μπορούν να ανάψουν το κεράκι τους και να προσευχηθούν στην Παναγία. Οι τοιχογραφίες μέσα στις κόχες είναι πρόσφατες. Το τμήμα που συνεχίζει να λειτουργεί ως Ιερό είναι όλη μέρα προσβάσιμο και τελείτε και λειτουργία. Το δυτικό τμήμα είναι κλειστό όπου έχουν γίνει οι περισσότερες επεμβάσεις. Μαρμαρόστρωση στο δάπεδο, σοβάτισμα των τοιχίων. Εξωτερικά ο ναός σκεπάστηκε με νέα σκεπή και προστέθηκαν ξύλινα κουφώματα στα παράθυρα και στις εισόδους.
Φορέας: Ιερά Μητρόπολη Δράμας
Τηλ. +302521032362